περιδερίς

περιδερίς
περι-δερίς, ίδος, ,
A necklace, Poll.2.235, 5.55.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • περιδερίς — necklace fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιδερίδα — η / περιδερίς, ίδος, ΝΑ περιδέραιο νεοελλ. δερμάτινη λωρίδα που περιβάλλει τον τράχηλο τού υποζυγίου και φέρει στο κάτω μέρος της έναν κρίκο, από τον οποίο προσδένεται το ζώο στη φάτνη ή κάπου αλλού. [ΕΤΥΜΟΛ. < περιδέραιον + επίθημα ίς, ίδος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”